🇬🇷 el en 🇬🇧

ΔΟΕ

  /ˈðo.e/
  • (αθλητισμός) η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, επιτροπή που ασχολείται με την οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων
IOC
Wiktionary Links