🇬🇷 el en 🇬🇧

απορροφητήρας noun

absorber
  • (ειδικότερα) η ηλεκτρική συσκευή της κουζίνας, εντοιχισμένη ή κρεμαστή, που χρησιμοποιείται για την απομάκρυνση των οσμών και των υδρατμών κατά το μαγείρεμα
range hood
Wiktionary Links