🇬🇷 el en 🇬🇧

εγκύκλιος noun

  /eŋˈɟi.kli.os/
  • έγγραφο προϊσταμένης αρχής που διανέμεται σε όλες τις υφιστάμενες υπηρεσίες
circular, encyclical
Wiktionary Links