🇬🇷 el en 🇬🇧

νεκρή φύση

  /ne.ˈkɾi ˈfi.si/
  • (ζωγραφική) πίνακας που παριστάνει άψυχα πράγματα, απλά καθημερινά αντικείμενα, φρούτα, λουλούδια
stil life
Wiktionary Links