🇬🇧 en el 🇬🇷
email noun
/ˈiˌmeɪl/
,
/ˈiːmeɪl/
|
|
---|---|
|
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ηλ. ταχ. |
|
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ηλεκτρονικό μήνυμα |
Wiktionary Links
- English: email