🇬🇧 en el 🇬🇷
hash noun
/ˈhæʃ/
|
|
|---|---|
|
κατακερματισμός, κατατεμαχισμός, κωδικός κατατεμαχισμού, τιμή κατατεμαχισμού |
hash noun
/ˈhæʃ/
|
|
|---|---|
|
κατακερματισμός, κατατεμαχισμός, κωδικός κατατεμαχισμού, τιμή κατατεμαχισμού |