🇬🇷 el en 🇬🇧

Α1

  • (αθλητισμός) η ανώτερη κατηγορία πρωταθλήματος σε διάφορα αθλήματα, όπως η καλαθοσφαίριση ή η πετοσφαίριση
GR-A1
Wiktionary Links
  • ελληνικά: Α1