🇬🇷 el en 🇬🇧

Εωσφόρος properNoun

  • εβραϊκός κακόβουλος δαίμονας, ο σατανάς, ο αρχάγγελος της κόλασης, ο διάβολος
Lucifer
  • (αστρονομία) ο Αυγερινός, ο πλανήτης Αφροδίτη ως άστρο της αυγής
morning star
Wiktionary Links