επικαλύπτω
verb
|
|
overlay,
line with
|
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) ορίζω εκ νέου σε υποκλάση μία μέθοδο, κατά την διαδικασία της κληρονομικότητας, διατηρώντας το ίδιο όνομα και τις παραμέτρους, με αυτά της μεθόδου στην υπερκλάση, αλλάζοντας έτσι την λειτουργικότητά της
|
override
|