🇬🇷 el en 🇬🇧

ετικέτα noun

  /e.tiˈce.ta/
label, etiquette
  • (πληροφορική) tag: είναι η σήμανση (markup) που ορίζει ένα στοιχείο σε μια γλώσσα σήμανσης, όπως οι ετικέτες και στο στοιχείο: Μια επικεφαλίδα ... της HTML
tag
Wiktionary Links