🇬🇷 el en 🇬🇧

θετικός adjective

  • (για αριθμούς) μεγαλύτερος από το μηδέν (έχει πρόσημο το +)
  • (για αποτελέσματα ιατρικών εξετάσεων) που επιβεβαιώνει την ύπαρξη μιας ασθένειας
positive
  • (για επιστήμες) που βασίζεται στην παρατήρηση και το πείραμα και/ή θεμελιώνεται μαθηματικά
exact
  • (γραμματική) βαθμός παραθετικών των επιθέτων και επιρρημάτων
positive degree
  • λογικός, που ξέρει τι λέει και τι κάνει και για ποιο λόγο
practical
Wiktionary Links