🇬🇷 el en 🇬🇧

λίστα noun

  /ˈli.sta/
  • καταγραφή λέξεων που ανήκουν σε κάποια ομάδα, συνήθως — αλλά όχι πάντα — με ορισμένη σειρά
list, lease, manifest
  • (προγραμματισμός) δομή δεδομένων, η οποία περιέχει στοιχεία σε σειρά που μπορεί να μεταβληθεί, όπως και να προσθαφαιρεθούν στοιχεία
lease
Wiktionary Links