🇬🇷 el en 🇬🇧

ορισμός noun

  /o.ɾiˈzmos/
  • σύντομη και περιεκτική περίοδος λόγου με την οποία περιγράφεται και ερμηνεύεται επακριβώς μια έννοια, σημασία λέξης ή φράσης
definition, meaning, sense
Wiktionary Links