🇬🇷 el en 🇬🇧

Πέμπτη properNoun

  /ˈpem.pti/ , /ˈpem.ti/
  • ημέρα της εβδομάδας· προηγείται η Τετάρτη και ακολουθεί η Παρασκευή
Thursday

πέμπτη

fifth gear
Wiktionary Links