🇬🇷 el en 🇬🇧

πρόχειρο noun

  /ˈpɾo.çi.ɾo/
  • (πληροφορική) περιοχή της μνήμης του υπολογιστή η οποία χρησιμοποιείται για προσωρινή αποθήκευση
clipboard
draft
Wiktionary Links