🇬🇷 el en 🇬🇧

πύργος noun

  /ˈpiɾ.ɣos/
tower, rook
  • (σκάκι) πιόνι σε σχήμα πύργου που μπορεί να κινείται οριζόντια και κάθετα προχωρώντας όσα τετράγωνα επιθυμεί ο παίκτης
rook, castle

Πύργος

Burgas
Wiktionary Links