🇬🇷 el en 🇬🇧

ρεβέρ noun

  • (στο τένις ή το πινγκ πονγκ) η απόκρουση μιας μπαλιάς με το δεξί χέρι, ενώ η μπάλα βρίσκεται στα αριστερά του αθλητή, ή με το αριστερό, ενώ η μπάλα βρίσκεται στα δεξιά
backhand, cuff, turn-up
  • το εξωτερικό δίπλωμα, το γύρισμα που κάνει το ύφασμα στο κάτω μέρος από το μπατζάκι ενός παντελονιού ή στην άκρη ενός μανικιού
cuff, turn-up
Wiktionary Links