🇬🇷 el en 🇬🇧

συντελεστής noun

  /sin.de.leˈstis/
  • (μαθηματικά) ο αριθμός με τον οποίο πολλαπλασιάζεται παράσταση πολυωνύμου
coefficient
  • οποιοδήποτε πρόσωπο, αντικείμενο ή κατάσταση που συντελεί σε κάτι
contributor
  • (φυσική) πολλαπλασιαστής αριθμός ως σταθερά ή μετατροπής
factor, rate
Wiktionary Links