🇬🇷 el en 🇬🇧

σύσταση noun

  /sístasi/
  • το υλικό ή οι ουσίες από τις οποίες αποτελείται κάτι
  • (συνεκδοχικά) τα μέλη ή τα όργανα από τα οποία αποτελείται ένα σύνθετο σύνολο
composition
  • προτροπή ή συμβουλή σε κάποιον, για να ενεργήσει σε κάτι ή να υιοθετήσει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά
  • η άσκηση κριτικής που συνοδεύεται από υποδείξεις
recommendation
  • (πληθυντικός) η γνωστοποίηση από κάποιον του ονόματος, του επαγγέλματος ή κάθε άλλης ιδιότητας ενός προσώπου που θεωρείται απαραίτητη στην πρώτη συνάντησή του με κάποιον τρίτο
introduction
  • έγγραφο, που παρέχεται από τον εργοδότη συνήθως, το οποίο πιστοποιεί τις ικανότητες ενός ατόμου και την προηγούμενη επαγγελματική ή άλλου είδους εμπειρία του
recommendation, reference, referral
  • η οργάνωση ανθρώπων σε ένα σύνολο με σκοπό την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών
constitution
Wiktionary Links