🇬🇷 el en 🇬🇧

ταύρος noun

bull

Ταύρος properNoun

  /ˈta.vɾos/
  • όνομα αστερισμού του βόρειου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
  • οροσειρά της Τουρκίας οροσειρά της Τουρκίας
Taurus
  • προάστιο της Αθήνας προάστιο της Αθήνας
Tavros
Wiktionary Links