🇬🇷 el en 🇬🇧

φλίπερ noun

  /ˈfli.peɾ/
  • ηλεκτρομηχανικό παιχνίδι στο οποίο ο παίκτης, χειριζόμενος κάποιους μοχλούς, προσπαθεί να κατευθύνει μια μπαλίτσα ανάμεσα από κάποια εμπόδια και προς ορισμένους στόχους
pinball
Wiktionary Links