🇬🇷 el de 🇩🇪

τιμή noun

  • η προσωπική αντίληψη κάποιου για τη δική του αξία που απορρέει από τη φύση του ως ανθρώπου
Preis, Wert
  • η καλή φήμη κάποιου η οποία στηρίζεται στην προσωπική αίσθηση του ηθικού ορθού και δικαίου
Ehre
Wiktionary Links