🇬🇷 el de 🇩🇪

παραπομπή noun

  /pa.ɾa.pomˈbi/
  • η μεταφορά μιας υπόθεσης σε άλλο τμήμα ή υπηρεσία
Überweisung, Weiterleitung
  • (βιβλιογραφική παραπομπή) το σημάδι που δείχνει ότι υπάρχει κάπου αλλού μία διευκρίνιση ή άλλη πληροφορία σχετική με το κείμενο
Fußnote, Querverweis, Verweis
Wiktionary Links