🇬🇷 el de 🇩🇪

τύπος noun

  /ˈti.pos/
  • (θετικές επιστήμες) γραπτή αποτύπωση με σύμβολα μιας χημικής ουσίας ή μιας χημικής αντίδρασης ή μιας μαθηματικής σχέσης
  • (γραμματική) κλιτικός τύπος, μορφή μιας λέξης
Formel
  • το είδος, η κατηγορία
  • (οικείο) ένας άντρας, ένας τυπάς
Typ
  • οι εφημερίδες, τα περιοδικά και τα μέσα ενημέρωσης ως σύνολο
Presse
Wiktionary Links