🇬🇧 en el 🇬🇷
league noun
/liːɡ/
|
|
---|---|
|
πρωτάθλημα, έπαθλο, αριθμός, κύπελλο, τίτλος |
|
άρθρωση, ένωση, αρμός, θρύλος, κοινωνία, λεγεώνα |
league noun
/liːɡ/
|
|
---|---|
|
έκταση, απομάκρυνση, διάρκεια, διάστημα, διαύγεια, λεγεώνα |
league verb
/liːɡ/
|
|
---|---|
|
συνασπίζομαι, συνδυάζομαι |