αφού
/aˈfu/
|
- (χρονικός) εισάγει δευτερεύουσες προτάσεις που δηλώνουν το προτερόχρονο
|
after
|
- (αιτιολογικός) εισάγει [δευτερεύουσα πρόταση|δευτερεύουσες προτάσεις]] που δηλώνουν την αιτία λόγω της οποίας ό,τι εκφέρει η κύρια πρόταση συμβαίνει ή ισχύει
|
since
|