🇬🇷 el en 🇬🇧

κλήση noun

  /ˈkli.si/
  • (ειδικότερα) το έγγραφο της τροχαίας που λαμβάνει κάποιος, όταν έχει παραβεί κάποιον κανόνα οδικής κυκλοφορίας, με το οποίο καλείται να καταβάλει ένα πρόστιμο
call, traffic ticket
  • (ειδικότερα) το νομικό έγγραφο με το οποίο καλούνται, μια συγκεκριμένη μέρα και ώρα, ενώπιον του δικαστηρίου ή του ανακριτή, οι μάρτυρες για κατάθεση ή οι κατηγορούμενοι για απολογία ή για δίκη
summons
Wiktionary Links