🇬🇷 el pl 🇵🇱

βροχή noun

  /vɾoˈçi/
  • (μεταφορικά) παρόμοια γεγονότα που συμβαίνουν σε μεγάλο αριθμό μέσα σε μικρό διάστημα
deszcz
Wiktionary Links