🇵🇱 pl el 🇬🇷
i conjunction
/i/
|
|
---|---|
|
και, κι |
i noun
/i/
|
|
---|---|
|
και, κι |
- Bośnia i Hercegowina
- Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Βοσνία-Ερζεγοβίνη
- Antigua i Barbuda
- Αντίγκουα και Μπαρμπούντα
- Serbia i Czarnogóra
- Σερβία και Μαυροβούνιο
- w imię Ojca i Syna, i Ducha Świętego
- εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος
- cały i zdrowy
- σώος και αβλαβής
- sierp i młot
- σφυροδρέπανο
- i tak dalej
- και ούτω καθεξής
- kółko i krzyżyk
- τρίλιζα
- Saint Vincent i Grenadyny
- Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες