🇬🇷 el zh 🇨🇳

δημοκρατία noun

  /ði.mo.kɾaˈti.a/
  • κράτος με αυτό το πολιτικό σύστημα
共和國, 共和国
  • (πολιτική) πολιτικό σύστημα όπου ο λαός έχει την εξουσία άμεσα ή έμμεσα
民主
Wiktionary Links