🇬🇧 en el 🇬🇷
a article
/ə/
,
/ˈeɪ/
|
|
---|---|
|
ένας, μια |
a noun
/eɪ/
,
/æ/
,
/ɑː/
,
/ə/
,
/ˈeɪ/
,
/ˈæɪ/
|
|
---|---|
|
έι |
a noun
/ɔ/
|
|
---|---|
|
έι |
-um suffix
/əm/
|
|
---|---|
|
-ο, -ον |
A |
|
---|---|
λα |
a- prefix
/a/
,
/eɪ/
,
/ə/
|
|
---|---|
|
α- |
- once upon a time
- μια φορά κι έναν καιρό, μια φορά ήταν δεν ήταν
- a lot
- πολύ, πολλά
- a little
- λίγο
- all of a sudden
- ξαφνικά
- a priori
- επαγωγικός, συμπερασματικός, εκ των προτέρων
- son of a bitch
- μαλακία, πουτάνας γιος
- bric-a-brac
- μπιχλιμπίδι
- call it a day
- σταματώ, συνταξιοδοτούμαι
- a bird in the hand is worth two in the bush
- κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει