🇬🇧 en el 🇬🇷
how adverb
/haʊ/
,
/hæɔ/
,
/hæʊ/
|
|
---|---|
|
πώς |
|
πόσο, τι, πολύ |
|
πόσο, πώς |
how conjunction
/haʊ/
,
/hæɔ/
,
/hæʊ/
|
|
---|---|
|
πώς |
- how much
- πόσο κάνει αυτό, πόσο κοστίζει αυτό, πόσος, πόσο, πόση
- how many
- πόσοι
- how do you do
- χαίρω πολύ
- how long
- πόσος
- know-how
- τεχνογνωσία
- any old how
- χύμα
- how are you
- τι κάνεις, πώς είσαι;, πώς είστε;, τι κάνετε
- how old are you
- πόσο χρονών είσαι, πόσο χρονών είσαστε
- how much does it cost
- πόσο κάνει;, πόσο κοστίζει;